αμαμαξυς

αμαμαξυς
    ἁμάμαξυς
    ἁμ-άμαξυς
    υδος (ᾰμᾰμ) ἥ виноградная лоза, подпираемая двумя тычинами Sappho

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "αμαμαξυς" в других словарях:

  • αμάμαξυς — ἀμάμαξυς ( υος και υδος), η (Α) κληματαριά που στηρίζεται σε δύο πασσάλους 2. χωλός που στηρίζεται σε δύο βακτηρίες. [ΕΤΥΜΟΛ. Λέξη άγνωστης ετυμολογίας. Απαντά και τ. άμάμαξυς με δασεία κατά παρετυμολογική σύνδεση με το επίρρ. ἅμα «συγχρόνως,… …   Dictionary of Greek

  • ἁμάμαξυς — vine trained on two poles fem nom sg ἁμάμαξυς vine trained on two poles fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἁμάμαξυν — ἁμάμαξυς vine trained on two poles fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ψευδαμάμαξυς — αμάξυος, ὁ, Α ψευδής άμπελος, φυτό που μοιάζει με κλήμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ψευδ(ο) * + ἁμάμαξυς «άμπελος»] …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»